καταστιχογραφία

καταστιχογραφία
η
η τήρηση τών λογιστικών βιβλίων ενός καταστήματος, η καταγραφή τών διαφόρων εμπορικών πράξεων εταιρείας, επιχείρησης, καταστήματος στα κατάστιχα, σύμφωνα με ορισμένους κανόνες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καταστιχογράφος. Η λ. μαρτυρειται από το 1810 στους αδελφούς Καπετανάκη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • καταστιχογραφία — η η τήρηση λογιστικών βιβλίων καταστήματος: Τον έχει για την καταστιχογραφία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • -γραφία — β συνθετικό θηλ. ουσιαστικών τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής από τα οποία τα περισσότερα προέρχονται από αντίστοιχα σύνθετα σε γράφος* και δηλώνουν: α) τρόπο γραφής ή εκτυπώσεως (πρβλ. δακτυλογραφία, στενογραφία κ.ά.) β) είδος… …   Dictionary of Greek

  • καταστιχογράφος — ο, η αυτός που έχει ως επάγγελμα την καταστιχογραφία, που τηρεί τα λογιστικά βιβλία, ο λογιστής. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατάστιχο + γράφος (< γράφω), πρβλ. διηγηματο γράφος, πρακτικο γράφος. Η λ. μαρτυρειται από το 1861 στον Μ. Στ. Μαλαία] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”